Ενας άνθρωπος των θεολογικών γραμμάτων, που αφιερώθηκε στη μετάδοση της γνώσης, ανοίγει μια νέα σελίδα στη ζωή του χειροτονήθηκε το παρελθόν Σάββατο στον Αγιο Νικόλαο Ραγκαβά διάκονος από τον μητροπολίτη Σάμου π. Ευσέβιο και την Κυριακή 11/1/2015 πρεσβύτερος από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος π. Ιερώνυμο.
Απλός και λιτός, ο διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και συγγραφέας πολλών βιβλίων Αλέξανδρος Καριώτογλου, στα 66 χρόνια του, έπειτα από μια ιδιαίτερα αξιόλογη πορεία στη διδασκαλία της Θεολογίας, έλαβε τους δύο βαθμούς της ιεωρσύνης.
Ο π.Αλέξανδρος Καριώτογλου, μακριά από ακαδημαϊσμούς και βερμπαλισμούς, μιλούσε σε όλη τη ζωή του με απλό και κατανοητό τρόπο για τον Θεό, μεταβιβάζοντας τις υψηλές έννοιες της θεολογίας σε χιλιάδες παιδιά. Με αυτόν τον απλό τρόπο μίλησε και για την απόφαση του οικογενειάρχη, του δασκάλου και του απλού καθημερινού ανθρώπου από μια γειτονιά των Εξαρχείων να γίνει ιερέας στα 66 του χρόνια. Ιδιαίτερα συγκινημένος, με δάκρυα στα μάτια και ταυτόχρονα συνειδητοποιημένος για την απόφασή του, μας μίλησε από καρδιάς για την ιερωσύνη και τη ζωή του.
«Η απόφαση δεν είναι πρόσφατη» μας λέει και συνεχίζει αστειευόμενος: «Είχε ληφθεί δέκα χρόνια πριν... γεννηθώ! Από μικρό παιδί ήμουν μέσα στην Εκκλησία.
Οι γονείς μου δεν ήταν ιδιαίτερα θρήσκοι, ήταν όμως ευσεβείς άνθρωποι, και μάλιστα ο προπάππος ήταν ιερέας. Ο πατέρας μου σεβόταν πάρα πολύ την Εκκλησία, την αγαπούσε, όπως ένας απλός άνθρωπος. Εκείνος που με έβαλε μέσα στην Εκκλησία πολύ βαθιά ήταν ο ιερέας της ενορίας μου, ο απλός παπα-Νικόλας Αντωνίου, ο οποίος δε ζει τώρα. Ηταν σαν δεύτερος πατέρας μου. Στα μαθητικά μου χρόνια στον εσπερινό μού μάθαινε την ψαλτική. Από τότε που τελείωσα το λύκειο ήμουν πάντα ψάλτης, όλα τα χρόνια, μέχρι και σήμερα. Αυτό έγινε δεύτερη φύση μου. Εκείνο όμως που έχει σημασία είναι ότι δεν ξεχνούσα το θυσιαστήριο. Πάντα στην προσευχή μου ευχόμουν να φθάσω κάποια μέρα εκεί. Ακόμα και όταν έκανα οικογένεια και παιδιά δεν το ξέχασα αυτό».
Και συνεχίζει ο π. Αλέξανδρος Καριώτογλου: «Οταν πλέον πήρα σύνταξη, είπα ότι τώρα πρέπει να ολοκληρωθεί η θεολογική ιδιότητα με τη χειροτονία μου, να φτάσω πια όπως ευχόμουν πάντα και ονειρευόμουν στο θυσιαστήριο. Ηρθε φυσικά το πράγμα, δεν ήταν ξαφνικό».
Στην ερώτηση αν μια τέτοια απόφαση είναι πιο δύσκολη σε πιο μεγάλη ηλικία, ο κ. Καριώτογλου απαντά: «Εξαρτάται πώς το βλέπει κανείς. Πολλοί, όταν φτάνουν σε μεγάλη ηλικία και παίρνουν σύνταξη, σκέφτονται πώς να απολαύσουν τη ζωή τους, πώς να γεμίσουν τον κενό τους χρόνο. Ομως εγώ δεν το σκέφτηκα έτσι. Υπήρχε σαν στόχος η ιερωσύνη, ήταν πάντα ο στόχος μου, κι έτσι δεν μπήκα σε δίλημμα αν θα πρέπει να πάρω ή όχι κάποια απόφαση. Οταν μιλάω για μένα, μιλάω και για τη σύζυγο, η οποία πάντα είχε κατά νου ότι θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο».
Στην ερώτηση σχετικά με την κλήση που απευθύνει ο Θεός για την ιεροσύνη ο κ. Καριώτογλου ανέφερε «την κλίση (με «ι») την έβλεπα από τα μικρά μου χρόνια, χωρίς να θέλω να εξοικειώνομαι πολύ, γιατί η μεγάλη εξοικείωση είναι ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα. Κρατούσα τις αποστάσεις, αλλά ήμουν ταυτόχρονα μέσα στην Εκκλησία. Η κλήση η άλλη (με «η»), το κάλεσμα του Θεού, νιώθω ότι ήταν διαρκής. Ηθελε όμως ωρίμανση, ήθελε να συμφωνήσει με την ελεύθερη επιλογή. Ο Θεός καλεί μεν, αλλά περιμένει να επιλέξεις ελεύθερα, αλλιώς δεν έχει νόημα».
Ως προς το πώς αντιλαμβάνεται τον ρόλο του ιερέα σε μια εποχή κρίσης, ο π.Α.Κ. απαντά:
«Αυτό είναι το ερώτημα που έθεσα όταν θέλησα να γράψω δύο λόγια που θα πω στη χειροτονία μου. Ο νους μου πήγε αμέσως στον λόγο του Ησαΐα που χρησιμοποίησε ο Χριστός στο πρώτο κήρυγμα που έκανε στη συναγωγή. Λέει λοιπόν ο Ησαΐας ότι έρχομαι για να σταθώ κοντά στον άνθρωπο, ο φτωχός να παρηγορηθεί, ο ταλαιπωρημένος να ανακουφιστεί. Εγώ βλέπω τη θέση ενός κληρικού έτσι όπως το λέει ο Ησαΐας και όπως το διδάσκει ο Χριστός. Να σταθούμε κοντά στον άνθρωπο, να τελούμε το μυστήριο των μυστηρίων, τη θεία ευχαριστία, και να καλούμε τον άνθρωπο να κοινωνήσει σώμα και αίμα Χριστού, να λαχταρήσει να κοινωνήσει, και αυτό δεν το κάνουν τις περισσότερες φορές οι κληρικοί. Δεν φέρνουν τον άνθρωπο σε αυτή τη λαχτάρα να αγγίξει τον Θεό. Αυτό θα το ήθελα πολύ, δεν ξέρω πόσο θα το πετύχω, νομίζω όμως ότι αυτή είναι η αποστολή μας. Εχει ανάγκη ο άνθρωπος από αυτό».
Στη συνέχεια με πολλή συγκίνηση και με κόπο να συγκρατήσει τα δάκρυά του ο κ. Καριώτογλου μιλάει για την αγάπη των ανθρώπων της γειτονιάς του. Με τρεμάμενη φωνή λέει: «Ξέρετε, στη γειτονιά μου στα Εξάρχεια, που είναι μια γειτονιά κλασικού τύπου, βγαίνεις και βλέπεις τον μπακάλη, τον χασάπη, τον σιδηρουργό. Το είπα σε όλους ότι θα γίνω ιερέας, γιατί με όλους έχουμε σχέση, λέμε "καλημέρα"σε όλους με τη σειρά. Δεν βρέθηκε ένας άνθρωπος να μου πει "τι πας να κάνεις"! Ολοι στάθηκαν με τέτοιο σεβασμό απέναντι σε μια τέτοια απόφαση και μου είπαν "μπράβο, πολύ ωραία", σαν να το είχαν ανάγκη».
Στο τέλος λέει για την όμορφη συμπόρευση και τελικά το «πέρασμα» από τα θεολογικά γράμματα στα θεολογικά «πράγματα».
«Χωρίς να παραθεωρήσει κανείς και την επιστήμη και το γράψιμο, έρχεται πια κάποιος να ολοκληρώσει βάζοντας όλη αυτή τη γνώση του, την εμπειρία του μέσα σε αυτό το κανάλι της σχέσης του με τους ανθρώπους». Ολοκληρώνοντας τη συνομιλία ο π.Αλέξανδρος Καριώτογλου εύχεται στον εαυτό του και σε όλους για τη νέα χρονιά «Καλή πάλη με τον Θεό».
κείμενο βασισμένο στη συνέντευξη του π.Αλεξάνδρου που δόθηκε λίγο πριν την χειροτονία του στον Κ.Παππα και δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Δημοκρατία» του Σαββάτου 10.1.2015